ἡμιδαμής

ἡμιδαμής
ἡμι-δᾰμής, ές,
A half-slain, Opp.H.1.716 (v. Il. ἡμιθανής, ἡμιδαής).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ημιδαμής — ἡμιδαμής, ές (Α) (μτγν. ποιητ. τ.) μισοσκοτωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. δ. αν. τών τ. ημι δαής* και ημι θανής] …   Dictionary of Greek

  • ἡμιδαμής — half slain masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”